Monday, January 4, 2016

λεξεις ‒ snow, Snow White

ἡ χιών, χιόνος


ἡ νιφάς, άδος (χιόνος)

ν(ε)ίφει (ὁ θεός)
πίπτει χιών
ὁ νιφετός

ἐν τῇ εἰκόνι οὐκ ὑπονείφει, οὐκ ὀλίγαι νιφάδες, ἀλλὰ πολλαὶ καὶ θαμειαί, ὡς λέγει ὁ Ποιητής, πίπτουσιν.

+ἀνδριαντίσκος χιόνεος
°χιονάνθρωπος
ὁ °χιονάνθρωπος ‒ οὕτως οἱ νῦν λέγουσιν
 ° = λέξις ἀπὸ καθαρευούσης 

σφαῖρα χιόνος
°χιονόσφαιρα

ἡ °χιονόσφαιρα σωρὸς χιόνος ἐσχηματισμένος ταῖς χερσίν εἰς εἶδος σφαίρας, αἷς ἐν παιδιᾷ οἱ παίζοντες βάλλουσιν ἀλλήλους. 
 
ἡ °χιονοσφαιροβολία

Οὕτως δυναίμεθα ἂν ἴσως ὀνομάσαι ταύτην τὴν παιδιάν ‒ 
  • °χιονοσφαιροβολία
  • *χιονοβολία.
τὸ ῥῆμα· 
  • °χιονοσφαιροβολέω
  • °χιονοβολέω 
  • παίζω ταῖς °χιονοσφαίραις.


ἡ Χιονόχρως, ωτος

No comments:

Post a Comment